Αγναντεύοντας απ’ το Χοροστάσι της Σπολάιτας
Αγναντεύεις και Αγαλλιάζει το πνεύμα σου.
Αγναντεύεις και ευφραίνεται η ψυχή σου.
Αγναντεύεις τον Αχελώο ποταμό και λες
«ποτές μα ποτές δεν φεύγω από δω».
Μοσχοβολούν οι τόποι γύρω-ευωδιάζουν
τραγουδούν τα πουλιά – θεσπέσιες μουσικές:
– Το «ύδωρ Αχελώον» ουκ απέσβετο
λάλον αείποτε «εν τοις όρκοις και ταις ευχαίς».
– Για χάρη των ανθρώπων ο θεϊκός ποταμός
πίσω εστράφη, ελίμνασε να δώσει φως.
Κοιτάς και ξανακοιτάς μεγεμένος
συνεπαρμένος μπροστά στο πράσινο θαύμα.
Πανέμορφοι ελαιώνες και δάση κι αμπελώνες
στην αχλύ των μύθων και των παραμυθιών
όπου Άρτεμις και νύμφες Αμαδρυάδες χορεύουν στους αιώνες.
Κοιτάς και δεν χορταίνουν τα μάτια σου φως
ανθισμένα ρείκια και μυρτιές και κουμαριές
Φελίκια και σκίνα, χαμομήλια κι ασφοδείλια.
Ιδού δέος ανεμώνων. Ιδού η πρόκληση «ψαύσαι χεροίν λειμώνων».
Ετούτος ο τόπος, γεμάτος μνήμες παιδικές
και χίλιες αναμνήσεις. Όνειρα εφηβικά με φτερά Αγγέλων
που μας πηγαίνουν ψηλά σαν τους χαρταετούς που υψώναμε τότε.
Ετούτος ο τόπος ο μαρτυρικός, με τις θυσίες του
και τους αγώνες του, μοιάζει πένθιμη καμπάνα της Μ. Παρασκευής.
Ματωμένα, πληγιασμένα τα ξυπόλυτα παιδιά.
Τα πρόσωπά τους οργισμένα είχαν μια λάμψη
και στη σφιγμένη τους γροθιά έκρυψαν μια υπόσχεση:
Σαν έρθει Άνοιξη, σαν μεγαλώσουμε λιγάκι ακόμα…
Εδώ απάγκιο και προσήλιο όσων στη ζωή ξεπάγιασαν
όσων τα χέρια άγιασαν, μαζεύοντας ελιές
μέσα σε βάτα και ξεράγκαθα, με χιονιά και ξεροβόρι.
Εδώ ανάψαμε τρία κεριά για τους κρεμασμένους του Αγρινίου
πολλά κεριά για τους μάρτυρες της Αγίας Τριάδας
και γράψαμε ποιήματα για τους νεκρούς μας
– με άγια ρήματα ο πατέρας μας όρκισε κατά του ναζισμού
Εδώ αγνάντιο στον Άμπλα, στα Βαρκά, στον Πεταλά
και πιο μακριά, στις βουνοκορφές του Παναιτωλικού
– ο ήλιος ανατέλλοντας φωτοδοτεί νέους ορίζοντες
και ο ήχος της καμπάνας επιτέλους αναστάσιμος…
Κωστής Τσιάκαλος
Δημοσιογράφος και ποιητής
Αγναντεύεις και Αγαλλιάζει το πνεύμα σου.
Αγναντεύεις και ευφραίνεται η ψυχή σου.
Αγναντεύεις τον Αχελώο ποταμό και λες
«ποτές μα ποτές δεν φεύγω από δω».
Μοσχοβολούν οι τόποι γύρω-ευωδιάζουν
τραγουδούν τα πουλιά – θεσπέσιες μουσικές:
– Το «ύδωρ Αχελώον» ουκ απέσβετο
λάλον αείποτε «εν τοις όρκοις και ταις ευχαίς».
– Για χάρη των ανθρώπων ο θεϊκός ποταμός
πίσω εστράφη, ελίμνασε να δώσει φως.
Κοιτάς και ξανακοιτάς μεγεμένος
συνεπαρμένος μπροστά στο πράσινο θαύμα.
Πανέμορφοι ελαιώνες και δάση κι αμπελώνες
στην αχλύ των μύθων και των παραμυθιών
όπου Άρτεμις και νύμφες Αμαδρυάδες χορεύουν στους αιώνες.
Κοιτάς και δεν χορταίνουν τα μάτια σου φως
ανθισμένα ρείκια και μυρτιές και κουμαριές
Φελίκια και σκίνα, χαμομήλια κι ασφοδείλια.
Ιδού δέος ανεμώνων. Ιδού η πρόκληση «ψαύσαι χεροίν λειμώνων».
Ετούτος ο τόπος, γεμάτος μνήμες παιδικές
και χίλιες αναμνήσεις. Όνειρα εφηβικά με φτερά Αγγέλων
που μας πηγαίνουν ψηλά σαν τους χαρταετούς που υψώναμε τότε.
Ετούτος ο τόπος ο μαρτυρικός, με τις θυσίες του
και τους αγώνες του, μοιάζει πένθιμη καμπάνα της Μ. Παρασκευής.
Ματωμένα, πληγιασμένα τα ξυπόλυτα παιδιά.
Τα πρόσωπά τους οργισμένα είχαν μια λάμψη
και στη σφιγμένη τους γροθιά έκρυψαν μια υπόσχεση:
Σαν έρθει Άνοιξη, σαν μεγαλώσουμε λιγάκι ακόμα…
Εδώ απάγκιο και προσήλιο όσων στη ζωή ξεπάγιασαν
όσων τα χέρια άγιασαν, μαζεύοντας ελιές
μέσα σε βάτα και ξεράγκαθα, με χιονιά και ξεροβόρι.
Εδώ ανάψαμε τρία κεριά για τους κρεμασμένους του Αγρινίου
πολλά κεριά για τους μάρτυρες της Αγίας Τριάδας
και γράψαμε ποιήματα για τους νεκρούς μας
– με άγια ρήματα ο πατέρας μας όρκισε κατά του ναζισμού
Εδώ αγνάντιο στον Άμπλα, στα Βαρκά, στον Πεταλά
και πιο μακριά, στις βουνοκορφές του Παναιτωλικού
– ο ήλιος ανατέλλοντας φωτοδοτεί νέους ορίζοντες
και ο ήχος της καμπάνας επιτέλους αναστάσιμος…
Κωστής Τσιάκαλος
Δημοσιογράφος και ποιητής